Ρύθμιση παραγόντων κινδύνου στον Σακχαρώδη Διαβήτη

1. Έλεγχος/ρύθμιση της Αρτηριακής Πίεσης Η υπέρταση αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση και εξέλιξη των επιπλοκών του Σακχαρώδους Διαβήτη2 (ΣΔ2) τόσο των μικροαγγειακών (ιδιαίτερα της νεφροπάθειας) όσο και των καρδιοαγγειακών.   Η διάγνωση της υπέρτασης τίθεται, όταν η Συστολική Αρτηριακή Πίεση (ΣΑΠ) είναι ≥140 mm Hg ή/και η Διαστολική Αρτηριακή Πίεση (ΔΑΠ) είναι ≥80 mmHg και υπό την προϋπόθεση ότι το εύρημα θα επιβεβαιωθεί με μια δεύτερη μέτρηση άλλη ημέρα. Επίσης συστήνεται η παρακολούθηση με μετρήσεις στο σπίτι με πιστοποιημένο πιεσόμετρο. Στην περίπτωση που η τιμή της συστολικής πίεσης είναι ≥ 140mmHg ή/και η τιμή της διαστολικής πίεσης είναι ≥85 mmHg, θα πρέπει να εξετάζεται έναρξη ή ρύθμιση της θεραπείας. Σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και επιβεβαιωμένη αρτηριακή πίεση ≥140/85mmHg  συστήνεται  επιπρόσθετα  με τις αλλαγές  στον  τρόπο  ζωής άμεση φαρμακευτική θεραπεία με έγκαιρη τιτλοποίηση για την επίτευξη των στόχων της αρτηριακής πίεσης. Η θεραπευτική αγωγή πρέπει να αρχίζει αμέσως μετά την επιβεβαίωση της διάγνωσης της υπέρτασης σε άτομα με ΣΔ2. Απαιτείται συνδυασμός υγιεινοδιαιτητικής και φαρμακευτικής αγωγής. Όλες οι κατηγορίες των αντιυπερτασικών φαρμάκων έχουν θέση στην αντιμετώπιση του διαβητικού ασθενούς. Πρώτη επιλογή είναι ένας αναστολέας του μετατρεπτικού ενζύμου (αΜΕΑ) ή ένας αποκλειστής των υποδοχέων της αγγειοτασίνης ΙΙ (αΑΤ1) . Η έναρξη της φαρμακευτικής αγωγής μπορεί να γίνει και με συνδυασμό ενός αΜΕΑ ή αΑΤ1 με κάποιο άλλο αντιυπερτασικό φάρμακο. Δεν συνιστάται η συγχορήγηση αΜΕΑ, αΑΤ1 ή αναστολέων της ρενίνης. Εκ των ανταγωνιστών των διαύλων Ca προτιμώνται οι διυδροπυριδίνες. Εκ των διουρητικών προτιμώνται τα θειαζιδικά σε σχετικά μικρές δόσεις και υπό την προϋπόθεση ότι η σπειραματική διήθηση (Glomerular Filtration Rate-GFR) είναι >30 ml/ λεπτό. Εάν το GFR <30 ml/λεπτό, συνιστάται η χορήγηση διουρητικού της αγκύλης δύο φορές την ημέρα. Οι αποκλειστές των β-υποδοχέων αποτελούν απαραίτητη συνιστώσα της αντιυπερτασικής αγωγής σε ασθενείς με ιστορικό εμφράγματος του μυοκαρδίου. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται στη συγχορήγησή τους με μη διυδροπυρηνικούς ανταγωνιστές των διαύλων ασβεστίου λόγω κινδύνου κολποκοιλιακού αποκλεισμού. Το θεραπευτικό σχήμα πρέπει να αναπροσαρμόζεται αποβλέποντας απαραιτήτως στην επίτευξη και διατήρηση του θεραπευτικού στόχου. Προς τούτο, στις περισσότερες περιπτώσεις απαιτείται η χρήση δύο ή περισσοτέρων φαρμάκων στις μέγιστες δόσεις. Μέρος της αντιυπερτασικής αγωγής πρέπει να χορηγείται το βράδυ πριν από την κατάκλιση. Μείωση της Αρτηριακής Πίεσης (ΑΠ) συνδυάζεται με μείωση της επίπτωσης και επιβράδυνση της εξέλιξης της διαβητικής μικροαγγειοπάθειας, αλλά και μείωση της καρδιοαγγειακής νοσηρότητας και της θνησιμότητας. 2. Έλεγχος/ρύθμιση της λιπιδίων αίματος Γίνεται έλεγχος της λιπιδαιμικής εικόνας νηστείας (τουλάχιστον 12 ώρες από το τελευταίο γεύμα) στο αίμα ατόμων με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 [Ολική χοληστερόλη, χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνη (LDL), υψηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνη (HDL), τριγλυκερίδια] τουλάχιστον μια φορά τον χρόνο. Τα άτομα με ΣΔτ2 εμφανίζουν διαταραχές των λιπιδίων (δυσλιπιδαιμία) σε αυξημένη συχνότητα σε σχέση με το γενικό πληθυσμό. Η δυσλιπιδαιμία επί ΣΔτ2 χαρακτηρίζεται κυρίως από μείωση της HDL, που συνήθως συνοδεύεται από αύξηση των τριγλυκεριδίων. Η LDL εμφανίζεται σε φυσιολογικά ή μετρίως αυξημένα επίπεδα, με επικράτηση, όμως, των μικρών πυκνών αθηρογόνων σωματιδίων LDL. H έστω και μικρή αύξηση της LDL και κυρίως η αύξηση των μικρών πυκνών σωματιδίων της, η μείωση της HDL και ενδεχομένως και η αύξηση των τριγλυκεριδίων θεωρείται ότι συμβάλλουν σημαντικά στον αυξημένο κίνδυνο για καρδιοαγγειακή νόσο (ΚΑΝ), που παρατηρείται στο ΣΔ2. Για την επίτευξη των στόχων για την LDL συνιστώνται υγιεινοδιαιτητική και φαρμακευτική αγωγή. Κατηγορίες ατόμων με ΣΔ με βάση τον καρδιαγγειακό κίνδυνο Πολύ υψηλού κινδύνου: Άτομα με ΣΔ και εγκατεστημένη καρδιαγγειακή νόσο ή ΧΝΝ (κυρίως λευκωματινουρία >300 mg/24ωρο ή eGFR <30 mL/min/1,73 m2) Υψηλού καρδιαγγειακού κινδύνου: Άτομα με ΣΔ >10 έτη ή/και ≥1 μείζονα παράγοντα καρδιαγγειακού κινδύνου [ηλικία (Α >50 ή Γ >55 ετών), κάπνισμα, υπέρταση, δυσλιπιδαιμία, θετικό οικογενειακό ιστορικό πρώιμης καρδιαγγειακής νόσου] Μέτριου κινδύνου: Νέα άτομα με ΣΔ (<50 ετών) με ΣΔ <10 έτη χωρίς μείζονες παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου Θεραπευτικοί στόχοι Απαιτείται επιθετική αντιμετώπιση της LDL χοληστερόλης με στόχο: Σε άτομα με ΣΔ και πολύ υψηλό καρδιαγγειακό κίνδυνο: Μείωση LDL χοληστερόλης <55 mg/dL και μείωση κατά τουλάχιστον 50% από τα αρχικά επίπεδα πρώτης χορήγησης υπολιπιδαιμικής αγωγής. Σε άτομα με ΣΔ και υψηλό καρδιαγγειακό κίνδυνο: Μείωση LDL χοληστερόλης <70 mg/dL και μείωση κατά τουλάχιστον 50%. Σε άτομα με ΣΔ και μέτριο καρδιαγγειακό κίνδυνο: Μείωση LDL χοληστερόλης <100 mg/dL. Δεύτερος θεραπευτικός στόχος μετά τη μείωση της LDL-χοληστερόλης είναι η μείωση της non-HDL-χοληστερόλης [non-HDL-χοληστερόλη = Ολική χοληστερόλη – (HDL-χοληστερόλη)] σε άτομα με αυξημένα (>200 mg/dL) τριγλυκερίδια. Η non-HDL-χοληστερόλη αντικατοπτρίζει όλες τις αθηρογόνες λιποπρωτεΐνες και έχει ισχυρή συσχέτιση με τον κίνδυνο καρδιαγγειακών επεισοδίων. Ο στόχος για τη non-HDL-χοληστερόλη είναι ο αντίστοιχος στόχος για την LDL-χοληστερόλη + 30 mg/dL, δηλαδή <85 mg/dL για άτομα πολύ υψηλού κινδύνου, <100 mg/dL για άτομα υψηλού κινδύνου και <130 mg/dL για άτομα μέτριου κινδύνου. Η μείωση της non-HDL-χοληστερόλης μπορεί να επιτευχθεί με περαιτέρω μείωση της LDL-χοληστερόλης ή/και μείωση των τριγλυκεριδίων Τα επίπεδα της apoB αντανακλούν τον αριθμό των κυκλοφορούντων αθηρογόνων σωματιδίων. Σε περίπτωση που έχουν προσδιοριστεί τα επίπεδα της apoB οι τιμές-στόχοι είναι: <65 mg/dL για άτομα πολύ υψηλού κινδύνου, <80 mg/dL για άτομα υψηλού κινδύνου και <100 mg/dL για άτομα μέτριου κινδύνου Επιθυμητή είναι η επίτευξη επιπέδων τριγλυκεριδίων <150 mg/dL 3.Παχυσαρκία Το 1997, μια ομάδα εμπειρογνωμόνων που συγκλήθηκε από τον ΠΟΥ κήρυξε την παχυσαρκία μια ασθένεια και συνέστησε ότι η κατάταξη με βάση το δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ), η μέτρηση πρέπει να υιοθετηθεί διεθνώς.  Νωρίτερα, το 1985, τα αμερικανικά Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας δημοσίευσε μια δήλωση συναίνεσης σχετικά με τις επιπτώσεις στην υγεία της παχυσαρκίας. Αλλά μόνο το 2004 έκανε το πρόγραμμα Medicare εγκαταλείψει μια μακρόχρονη πολιτική που η παχυσαρκία δεν ήταν μια ιατρική ασθένεια. Τέλος, το 2013, η American Medical Association υιοθέτησε μια πολιτική που να αναγνωρίζει την παχυσαρκία ως μια ασθένεια που απαιτεί ιατρική παρέμβαση για να προωθήσει τη θεραπεία και την πρόληψη. Το υπερβολικό βάρος και η παχυσαρκία συνδέονται με το 18,2% του συνόλου των θανάτων μεταξύ των ενηλίκων στις ΗΠΑ, ή περίπου 1 στους 5, σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2013. Οι ερευνητές ανέλυσαν περισσότερες από 715.000 θανάτους στο διάστημα μεταξύ 1986 και 2006, χρησιμοποιώντας δεδομένα από 19 συνεχόμενα κύματα της έρευνας Συνέντευξη Εθνικό Σύστημα Υγείας. Σε παγκόσμιο επίπεδο, το 44% των περιπτώσεων διαβήτη οφείλονται στο υπερβολικό βάρος και την παχυσαρκία,  που

Υπεργλυκαιμία και επιπλοκές του Σακχαρώδους Διαβήτη

Στόχοι κατά την αντιμετώπιση της υπεργλυκαιμίας Ως χρόνιες επιπλοκές του ΣΔ χαρακτηρίζονται: H μικροαγγειοπάθεια, στην οποία περιλαμβάνονται η αμφιβληστροειδοπάθεια, η νεφροπάθεια και η νευροπάθεια. H μακροαγγειοπάθεια, στην οποία περιλαμβάνονται η αθηροθρόμβωση των στεφανιαίων και εγκεφαλικών αρτηριών, των καρωτίδων, της αορτής και των περιφερικών αρτηριών, που αναφέρονται και με τον γενικό όρο Καρδιαγγειακή Νόσος (ΚΑΝ). Γλυκαιμικοί στόχοι Επιδιωκόμενος στόχος κατά τη ρύθμιση της γλυκαιμίας στον ΣΔ είναι για τους περισσότερους η επίτευξη και διατήρηση τιμής HbA1c <7,0%. Για να επιτυγχάνεται η τιμή HbA1c <7,0% πρέπει η γλυκόζη τριχοειδικού αίματος (όπως μετριέται με τους ειδικούς μετρητές γλυκόζης), να είναι προγευματικά <130 mg/dL και μεταγευματικά <180 mg/dL. Για αυστηρότερους στόχους ρύθμισης της γλυκόζης (HbA1c <6,5%, πιθανώς να χρειάζεται η μεταγευματική γλυκόζη 24ώρου ≤140 mg/dL και νηστείας ≤110 mg/dL με την προϋπόθεση της αποφυγής υπογλυκαιμιών. Εξατομίκευση στόχων Για την επιλογή του γλυκαιμικού στόχου και του θεραπευτικού σχήματος που θα απαιτηθεί για την επίτευξή του, σημαντική αξία έχει η εκτίμηση της επιθυμίας, ικανότητας και δυνατότητας του ατόμου με ΣΔ για την εφαρμογή των οδηγιών. Σε άτομα με μικρή διάρκεια ΣΔ, μεγάλο προσδόκιμο επιβίωσης, χωρίς σοβαρές συννοσηρότητες και χωρίς εμφανή καρδιαγγειακή νόσο, μπορεί να τεθεί ως στόχος κατά τη ρύθμιση της γλυκαιμίας τιμή HbA1c <6,5% (με στόχευση ακόμα και τις φυσιολογικές τιμές) υπό την προϋπόθεση ότι η απαιτούμενη θεραπευτική αγωγή δεν δυσχεραίνει σημαντικά άτομα με ΣΔ και δεν προκαλεί επεισόδια υπογλυκαιμίας. Όποτε επιτυγχάνεται ρύθμιση της HbA1c σε επίπεδο χαμηλότερο του εξατομικευμένου στόχου για το συγκεκριμένο άτομο με ΣΔ, επιδιώκεται να διατηρείται το επίπεδο αυτό, εφόσον όμως η εφαρμοζόμενη θεραπευτική αγωγή δεν επιβαρύνει σημαντικά την ποιότητα ζωής των ατόμων με ΣΔ και δεν προκαλεί επεισόδια υπογλυκαιμίας. Σε άτομα με ΣΔ προχωρημένης ηλικίας ή με σημαντικού βαθμού επιπλοκές ή που επί σειρά ετών ήταν σε κακή ρύθμιση ή έχουν μικρό προσδόκιμο επιβίωσης ή εμφανίζουν ανεπίγνωστη υπογλυκαιμία ή πάσχουν και από άλλα σοβαρά νοσήματα, όπως ο καρκίνος, η καρδιακή ανεπάρκεια κ.ά., ο στόχος είναι τιμή HbA1c 7,0-7,5%. Σε άτομα με βραχύ προσδόκιμο επιβίωσης, όπως σε υπερηλίκους ή άτομα με σοβαρές συννοσηρότητες, επιδιώκεται λιγότερο αυστηρός γλυκαιμικός στόχος. Παραμένει ως κύριο μέλημα ρύθμισης η αποφυγή της σακχαρουρίας. Με τον τρόπο αυτό, αποτρέπεται η κλινική συμπτωματολογία του ΣΔ, με ό,τι αυτή συνεπάγεται για την ποιότητα ζωής του ατόμου με ΣΔ, περιορίζεται σημαντικά ο κίνδυνος εμφάνισης οξέων υπεργλυκαιμικών επιπλοκών του ΣΔ και ουσιαστικά απαλείφεται ο κίνδυνος εμφάνισης της άκρως ανεπιθύμητης και επικίνδυνης, για τα άτομα αυτά, υπογλυκαιμίας. Στις περιπτώσεις όπου οι στόχοι για την HbA1c δεν μπορούν να επιτευχθούν, κάθε βελτίωση της τιμής της θεωρείται ευεργετική. Διαβητικό πόδι 1 στους 4 ανθρώπους με διαβήτη στη χώρα μας εμφανίζει βλάβες στα νεύρα και αγγεία των ποδιών του, κάτι που συνήθως (λόγω απουσίας συμπτωμάτων) δεν γίνεται αντιληπτό από τον ίδιο τον ασθενή Οι επιπλοκές του διαβήτη αλλάζουν τη δομή και κινητικότητα των ποδιών με αποτέλεσμα να χρειάζονται ειδικά σχεδιασμένα παπούτσια, των οποίων οι προδιαγραφές αναφέρονται εδώ και χρόνια στη βιβλιογραφία Στη χώρα μας κάθε στιγμή έχουμε 50.000 ανοιχτά έλκη,το 15% των οποίων θα υποστεί ακρωτηριασμό Το 90% των ελκών οφείλεται σε τραύματα από ακατάλληλα υποδήματα Αποδεκτά για διαβητικό πόδι είναι τα ειδικά υποδήματα που μειώνουν τουλάχιστον 50% την εμφάνιση ελκών 000.000 ευρώ εκτιμάται το ετήσιο κόστος του διαβητικού ποδιού στη χώρα μας   Αξιολόγηση διαβητικού ποδιού Διάγνωση  Διαβητικής  Περιφερικής Νευροπάθειας  (Δ.Π.Ν.) Έλεγχος αισθητικότητας Παλλαισθησία Αίσθηση αφής Αίσθηση θερμού – ψυχρού Αίσθηση πόνου Αίσθηση θέσης και κίνησης των μελών στον χώρο Έλεγχος τενόντιων αντανακλαστικών Έλεγχος κινητικού συστήματος Ηλεκτροφυσιολογικές δοκιμασίες Πελματογράφημα , Ανάλυση βάδισης , Θεραπευτικές κάλτσες για κότσια, κάλτσες για βλαισότητα, διαβητικές κάλτσες, Θεραπευτικά παπούτσια για διαβήτη, νευροπάθεια και αγγειοπάθεια. Ορθοπεδικά πέλματα-πάτοι για παπούτσια Διάγνωση Περιφερικής Αρτηριακής Νόσου (ΠΑΝ) Κατά τον  αρχικό έλεγχο για ΠΑΝ θα πρέπει να καταγράφεται το ιστορικό μειωμένης ταχύτητας βάδισης, μυϊκής κόπωσης κάτω άκρων, χωλότητας και να εκτιμώνται οι  σφύξεις άκρου ποδός. Σε ασθενείς με συμπτώματα ή σημεία ΠΑΝ θα πρέπει να πραγματοποιείται μέτρηση του σφυροβραχιόνιου δείκτη (ΑΒΙ).   Τεχνική μέτρησης του ΑΒΙ Με την εφαρμογή αεροθαλάμου μανόμετρου πάνω από τα σφυρά και τη χρήση μηχανήματος Doppler (5-10 MHz) για τον εντοπισμό των ήχων αιματικής ροής μετριέται η συστολική αρτηριακή πίεση στην οπίσθια κνημιαία αρτηρία και στη ραχιαία του ποδός, σε κάθε σκέλος. Συγχρόνως μετριέται η συστολική αρτηριακή πίεση της βραχιονίου αρτηρίας αμφοτερόπλευρα και λαμβάνεται υπ’ όψιν η μεγαλύτερη τιμή εκ των δύο. Στη συνέχεια υπολογίζεται ο ABI χωριστά για κάθε σκέλος. Είναι το πηλίκο της τιμής της συστολικής αρτηριακής πίεσης στην οπίσθια κνημιαία ή ραχιαία του ποδός αρτηρία (χρησιμοποιείται η μεγαλύτερη εκ των δύο) διά της τιμής της συστολικής πίεσης των βραχιονίων αρτηριών (χρησιμοποιείται η μεγαλύτερη εκ των δύο).   Εκτίμηση της ΠΑΝ σύμφωνα με τις τιμές του ΑΒΙ          >0,90                                 Φυσιολογικός ΑΒΙ      0,90 – 0,71                                   Ήπια ΠΑΝ      0,70 – 0,41                       Μέτριας βαρύτητας ΠΑΝ          ≤0,40                      Σοβαρή ΠΑΝ (κρίσιμη ισχαιμία)          >1,30                            Σκλήρυνση Μönckeberg Σημαντική βοήθεια προσφέρει η υπερηχοτομογραφία (κατά προτίμηση έγχρωμη US Τriplex

Ο Ορισμός Σακχαρώδους Διαβήτη

Ο Σακχαρώδης Διαβήτης (ΣΔ) αποτελεί ένα χρόνιο μεταβολικό νόσημα, το οποίο χαρακτηρίζεται από υψηλά επίπεδα γλυκόζης στο πλάσμα του αίματος είτε από ελλιπή έκκριση ινσουλίνης του παγκρέατος ή από αντίσταση του σώματος να χρησιμοποιήσει την ινσουλίνη που παράγεται ή εξαιτίας και των δύο παραπάνω καταστάσεων. Τα συμπτώματα που συνοδεύουν την υπεργλυκαιμία είναι η πολυουρία, η πολυδιψία, η απώλεια βάρους συνοδευόμενα μερικές φορές από πολυφαγία και θολή όραση. Σε περιπτώσεις χρόνιου αρρύθμιστου διαβήτη μπορεί να παρατηρηθεί διαβητική κετοξέωση μέχρι και διαβητικό κώμα. Το 1997 και το 2003 το Expert Committee on Diagnosis and Classification of Diabetes Mellitus αναγνώρισε μια ομάδα ατόμων με επίπεδα γλυκόζης που δεν πληρούν τα κριτήρια για διάγνωση Σακχαρώδους Διαβήτη, αλλά είναι πολύ υψηλά για να θεωρηθούν φυσιολογικά. Τα άτομα αυτά ορίστηκαν ως άτομα με Διαταραγμένη Γλυκόζη Νηστείας (Impaired Fasting Glucose, IFG) ή με Διαταραγμένη Ανοχή Γλυκόζης (Impaired Glucose Tolerance, IGT). Με βάση την τιμή γλυκόζης νηστείας προσδιορίζεται η ενδιάμεση κατάσταση της Διαταραγμένης Γλυκόζης Νηστείας (Impaired Fasting Glucose – IFG), Με βάση την τιμή γλυκόζης 2 ωρών κατά την OGTT, προσδιορίζεται η ενδιάμεση κατάσταση της Διαταραγμένης Ανοχής στη Γλυκόζη (Impaired Glucose Tolerance – IGT), Κατηγορίες αυξημένου κινδύνου ανάπτυξης ΣΔ (Προδιαβήτης) Γλυκόζη πλάσματος νηστείας 100-125 mg/dL (IFG) Γλυκόζη πλάσματος 2 ωρών (σε δοκιμασία φόρτισης με γλυκόζη 75 γρ.) 140-199 mg/dL (IGT) • Οι δύο αυτές κατηγορίες (IFG και IGT) χαρακτηρίζονται, ως «Προδιαβήτης» (καταδεικνύοντας τον αυξημένο κίνδυνο των ατόμων αυτών να αναπτύξουν ΣΔ στο μέλλον) ή ως «Διαταραγμένη Ομοιοστασία της Γλυκόζης» και μπορεί να συνυπάρχουν στο ίδιο άτομο • Ο όρος «προδιαβήτης» είναι ίσως άστοχος και παραπλανητικός, διότι υπονοεί ότι τα άτομα αυτά βρίσκονται σε ένα πρόδρομο στάδιο πριν από την ανάπτυξη του ΣΔ. Δεν είναι βέβαιο όμως ότι όλα τα άτομα με IFG/IGT θα αναπτύξουν ΣΔ στο μέλλον. Ο κίνδυνος εμφάνισης ΣΔ για τα άτομα αυτά θεωρείται περίπου ισοδύναμος (με μικρή υπεροχή της IGT) και υπολογίζεται περίπου σε 25%-30% στα επόμενα 3-5 έτη. Ο κίνδυνος γι’ αυτούς που έχουν και τις δύο καταστάσεις (τόσο IFG όσο και IGT) θεωρείται περισσότερο αυξημένος (περίπου 50% σε 5 έτη). Τα άτομα με επιπρόσθετους παράγοντες κινδύνου για ανάπτυξη ΣΔ (όπως παχυσαρκία και οικογενειακό ιστορικό ΣΔ) έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο. Γενικά πάντως, όσο μεγαλύτερες είναι οι τιμές γλυκόζης προς τα ανώτερα όρια της κλίμακας (δηλαδή όσο πιο κοντά στα 126 mg/dL είναι η τιμή γλυκόζης νηστείας για τους έχοντες IFG και όσο πιο κοντά στα 200 mg/dL στη 2ωρη φόρτιση κατά την OGTT, για τους έχοντες IGT), τόσο μεγαλύτερος ο κίνδυνος ανάπτυξης ΣΔ στο μέλλον.

Ο Σακχαρώδης Διαβήτης η Πανδημία του αιώνα που διανύουμε

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι ένα από τα συχνότερα χρόνια νοσήματα και μια από τις σημαντικότερες αιτίες πρόωρης θνησιμότητας. Λόγω των κοινωνικών και οικονομικών του προεκτάσεων απαιτεί συντονισμένη δράση σε πολλούς τομείς. Επομένως, η πρόληψη, η διάγνωση και η διαχείριση του ΣΔ είναι μείζονος σημασίας για τις καλύτερες εκβάσεις υγείας των ασθενών, αλλά και την εξοικονόμηση πόρων για το σύστημα υγείας. Ο ΣΔ είναι ένα σύνολο διαταραχών που χαρακτηρίζεται από υψηλά επίπεδα γλυκόζης αίματος, που οφείλονται στην αδυναμία/ ανεπάρκεια παραγωγής ινσουλίνης, στην περιορισμένη δράση της παραγόμενης ινσουλίνης ή τον συνδυασμό και των δύο καταστάσεων. Περιγράφονται τρεις μορφές της νόσου: 1) σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1 ή ινσουλινοεξαρτώμενος που αποτελεί το 5-10% των διαγνωσμένων περιπτώσεων (ADA 2002) και εμφανίζεται κυρίως σε άτομα νεαρής ηλικίας, 2) σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 ή μη ινσουλινοεξαρτώμενος (αποτελεί το 90% των περιπτώσεων και εμφανίζεται κυρίως σε ενήλικα άτομα) και 3) ο σακχαρώδης διαβήτης κύησης που εμφανίζεται σε 2-5% του συνόλου των κυήσεων. 4) άλλοι ειδικοί τύποι διαβήτη α) Σακχαρώδης Διαβήτης προκαλούμενος από γενετικές διαταραχές της λειτουργίας των β-κυττάρων (έκκριση ινσουλίνης). [Εδώ περιλαμβάνονται τα σύνδρομα μονογονιδιακού διαβήτη, όπως ο νεογνικός ΣΔ και ο διαβήτης MODY (Maturity Onset Diabetes of the Young)]. β) ΣΔ προκαλούμενος από γενετικές διαταραχές που αφορούν στη δράση της ινσουλίνης. γ) ΣΔ προκαλούμενος από ενδοκρινοπάθειες, λοιμώξεις, νόσους του εξωκρινούς παγκρέατος (όπως η κυστική ίνωση) ή άλλες νόσους. δ) ΣΔ προκαλούμενος από φάρμακα ή χημικές ουσίες. ε) Γενετικά σύνδρομα που συνδυάζονται με ΣΔ Ο σακχαρώδους διαβήτη τύπου 1  στον οποίο παρατηρείται καταστροφή των ινσουλινοπαραγωγών β-κυττάρων του παγκρέατος, θεωρείται αυτοάνοση πάθηση με αδιευκρίνιστη μέχρι σήμερα αιτιοπαθογένεια. Στα πρώτα προκλινικά στάδια διαπιστώνεται ινσουλίτις, δηλαδή φλεγμονή των νησιδίων του Langerhans. Η εμφάνιση αντινησιδιακών αυτοαντισωμάτων αποτελεί τον πρώτο αναγνωρίσιμο δείκτη αυτοανοσίας και εξέλιξης σε διαβήτη. Ωστόσο, όλα τα άτομα που παρουσιάζουν αντινησιδιακά αυτοαντισώματα δεν αναπτύσσουν ΣΔΤ1 και ακόμη δεν είναι δυνατόν να διαπιστωθεί ποια από αυτά έχουν γενετική προδιάθεση και σε ποιους περιβαλλοντικούς παράγοντες θα πρέπει να εκτεθούν και πότε, προκειμένου να παρουσιάσουν αυτοάνοση βλάβη των ινσουλινοπαραγωγών β-κυττάρων.Ερωτήματα που προκύπτουν σήμερα είναι: η αυξανόμενη συχνότητα νέων περιπτώσεων ΣΔΤ1, ιδιαίτερα στις πολύ μικρές ηλικίες, οι παρατηρούμενες γεωγραφικές διαφορές (κλίμακα αυξανόμενης συχνότητας από Νότο προς Βορρά), οι εποχικές διακυμάνσεις εμφάνισης του διαβήτη, η μείωση της συχνότητας μετά το 12ο έτος και οι διαφορές μεταβίβασης της πάθησης στα τέκνα μεταξύ πασχόντων αρρένων (5%) και θηλέων (2%) γονέων. Δικαίως λοιπόν ο James Neel ήδη πριν από 30 και πλέον έτη αποκάλεσε τον διαβήτη «εφιάλτη των γενετιστών». Μεταβολική ή ιογενής αιτία; Πρόσφατα, Φινλανδοί ερευνητές ανακάλυψαν ότι παιδιά τα οποία ανέπτυξαν ΣΔΤ1 τύπου 1 εμφάνιζαν διακριτές μεταβολικές ανωμαλίες, οι οποίες πολλές φορές διαπιστώνονται έτη πριν από την εκδήλωση των κλασικών σημείων και συμπτωμάτων της νόσου1,2. Οι μεταβολικές διαταραχές ανιχνεύονταν ακόμη και πριν από την εμφάνιση των αντινησιδιακών αυτοαντισωμάτων. Τα ευρήματα αυτά δείχνουν ότι η ανοσοαντίδραση που οδηγεί στον διαβήτη δεν θα πρέπει να είναι η αρχική αιτία της νόσου, γεγονός που ελπίζεται να ανοίξει νέες κατευθύνσεις στη διάγνωση, στη θεραπεία και ιδιαίτερα στην πρόληψη του ΣΔΤ1. Παράλληλα, επιστήμονες στη Βρετανία ισχυρίζονται ότι μια συχνή οικογένεια ιών, οι εντεροϊοί, πιθανώς να ξεκινά την ανάπτυξη ΣΔΤ1 στα παιδιά3. Η παρουσία εντεροϊών στο πάγκρεας ατόμων με διαβήτη έχει επιβεβαιωθεί σε ιστολογικές εξετάσεις. Πιστεύεται ότι τα κύτταρα του παγκρέατος μολύνονται από τον ιό και στη συνέχεια ενεργοποιείται η διαδικασία εκδήλωσης του ΣΔΤ1. Αυτοανοσία Η αυτοανοσία θεωρείται ο κυριότερος μηχανισμός εμφάνισης του ΣΔΤ1, αλλά δεν αποτελεί την πρωτοπαθή αιτία του. Παραμένει άγνωστο όμως γιατί ενεργοποιείται το ανοσοσύστημα και επιτίθεται ειδικά κατά των β-κυττάρων. Πιστεύεται ότι οι αιτίες του ΣΔΤ1 περιλαμβάνουν τόσο ενδογενείς όσο και εξωτερικούς παράγοντες, στους οποίους συμμετέχουν ο γονότυπος, ο επιγονότυπος και το περιβάλλον του ασθενούς.Ήδη έχουν ταυτοποιηθεί τα κυριότερα αντιγόνα του β-κυττάρου, που αναγνωρίζονται από τα αυτοαντισώματα, όπως η ινσουλίνη, η αποκαρβοξυλάση του γλουταμινικού οξέος (GAD) και ο υποδοχέας τύπου Ν της τυροσινικής φωσφατάσης (ΙΑ-2). Τα μικρά παιδιά, των οποίων τα β-κύτταρα παράγουν σημαντικές ποσότητες των αυτοαντισωμάτων αυτών, συνήθως, όχι όμως πάντα, εμφανίζουν μελλοντικά μειωμένη λειτουργία των β-κυττάρων και σύντομα θα καταστούν υπεργλυκαιμικά.   Ανίχνευση αντισωμάτων σακχαρώδη διαβήτη τ1 Αντισώματα έναντι νησιδίων του παγκρέατος ( anti – ICA) Αντισώματα έναντι της ινσουλίνης (anti – IAA) Αντισώματα έναντι του ενζύμου φωσφατάσης της τυροσίνης (anti – IA2) Αντισώματα έναντι του ενζύμου αποκαρβοξυλάσης του γλουταμικού οξέος (anti – GAD6 αντισώματα κατά του μεταφορέα του ψευδαργύρου 8 (anti-ZnT8). Ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 είναι ιδιαίτερης σημασίας για τη δημόσια υγεία δεδομένου ότι είναι ένα από τα σημαντικότερα χρόνια νοσήματα που αυξάνουν το φορτίο νοσηρότητας και θνησιμότητας της χώρας μας. Ο επιπολασμός της νόσου στη χώρα μας κυμαίνεται περίπου 12%. Αποτελεί την τέταρτη αιτία θανάτου παγκοσμίως, με το διαβήτη τύπου 2 να εμφανίζεται κυρίως σε άτομα με παράγοντες κινδύνου που έχουν σχέση με το σύγχρονο τρόπο ζωής, όπως οι διατροφικές συνήθειες και η έλλειψη σωματικής άσκησης. Η πρόληψη αυτών των τροποποιήσιμων παραγόντων κινδύνου σε συνδυασμό με την κατάλληλη διαχείριση του ατόμου με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 (Τ2ΣΔ) μπορεί να περιορίσει αφενός την αύξηση των επιπτώσεων της νόσου και αφετέρου να εμποδίσει την εμφάνιση των επιπλοκών της.   Τόσο η υψηλή συχνότητα του νοσήματος όσο και το φορτίο αναπηρίας που το συνοδεύει, υπογραμμίζει την αναγκαιότητα της πρόληψης και της έγκαιρης διάγνωσής του στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (Π.Φ.Υ.) στην Ελλάδα.

Γενικές και ειδικές οδηγίες για τον σακχαρώδη διαβήτη

Καλοκαίρι και Σακχαρώδης Διαβήτης Καλοκαίρι, διακοπές, ήλιος, θάλασσα, ταξίδια. Κανείς δεν θέλει σε μια όμορφη και ξένοιαστη περίοδο, σαν αυτή των διακοπών, να ασχολείται με συμβουλές σχετικά με το διαβήτη του. Όμως μπορεί να μην έχετε σκεφτεί ορισμένα απλά πράγματα, που θα βοηθήσουν να περάσετε ξένοιαστα, χωρίς να σας δημιουργήσει ο διαβήτης προβλήματα που μπορεί και να καταστρέψουν τις διακοπές σας. Μερικοί από εσάς μπορεί να κάνουν για πρώτη φορά διακοπές «με διαβήτη» και να φαντάζονται ότι ορισμένα πράγματα από αυτά που έκαναν στο παρελθόν, είναι πια αδύνατα γι’ αυτούς. Ο σακχαρώδης διαβήτης δεν αποτελεί σε καμμιά περίπτωση εμπόδιο για να χαρούμε τον ήλιο και τη θάλασσα του τόπου μας ή να γνωρίσουμε άλλους μακρινούς προορισμούς. Ακολουθούν μερικές χρήσιμες συμβουλές Προετοιμασία Προγραμματίστε μια επίσκεψη στο γιατρό σας για προληπτικό έλεγχο. Η επίσκεψη αυτή πρέπει να γίνεται μερικές εβδομάδες πριν το ταξίδι ώστε να υπάρχει χρόνος για ενδεχόμενη προσαρμογή της αγωγής και αντιμετώπιση των πιθανών επιπλοκών του Διαβήτη. Στην επίσκεψη αυτή συζητήστε το ενδεχόμενο προληπτικών εμβολιασμών ειδικά αν ταξιδεύεται σε χώρες υψηλού κινδύνου Προμηθευτείτε ιατρικό σημείωμα που να αναφέρει ότι πάσχετε από Διαβήτη, άλλα προβλήματα υγείας ή αλλεργίες καθώς και την αγωγή που λαμβάνεται: δισκία, ινσουλίνη, τύπος ινσουλίνης, δοσολογία, ώρες λήψης φαρμάκων. Ζητήστε το ιατρικό σημείωμα στα Αγγλικά αν ταξιδεύετε στο εξωτερικό. Πάρτε μαζί σας μια ιατρική συνταγή με την φαρμακευτική αγωγή σας. Φροντίστε να μάθετε για τα σημεία παροχής υπηρεσιών υγείας (νοσοκομεία, κέντρα υγείας, περιφερικά ιατρεία, φαρμακεία) της περιοχής που θα επισκευθήτε και να έχετε πάντα μαζί το τηλέφωνο του γιατρού σας. Φροντίστε να έχετε μαζί σας το βιβλιάριο υγείας για ταξίδια στην Ελλάδα ή την ευρωπαϊκή κάρτα υγείας αν ταξιδεύετε σε χώρες της Ερωπαϊκής Ένωσης. Για τον υπόλοιπο κόσμο ζητήστε πληροφορίες από το ταξιδιωτικό σας γραφείο. Πάρτε μαζί σας το ημερολόγιο και τη συσκευή αυτοπαρακολούθησης. Πάρτε μαζί ταμπλέτες γλυκόζης, ένεση γλυκαγόνης για την αντιμετώπιση υπογλυκαιμιών. Ταξιδι – διαμονη Αν θα ταξιδέψετε με αεροπλάνο ειδοποιήστε εγκαίρως την αεροπορική σας εταιρεία ότι χρησιμοποιείτε ινσουλίνη ή επιθυμείτε ιδιαίτερο γεύμα. Πρέπει να γνωρίζεται ότι η ινσουλίνη θα πρέπει να μεταφέρεται στην καμπίνα επιβατών και όχι στο χώρο αποσκευών για την αποφυγή έκθεσής της σε ακραίες θερμοκρασίες. Φροντίστε να ενυδατώνεστε συχνά κατά τη διάρκεια του ταξιδιού και να έχετε μαζί σας ταμπλέτες γλυκόζης ή λίγο χυμό φρούτων για την αντιμετώπιση υπογλυκαιμίας. Μην κάνετε ινσουλίνη αν δεν σας δώσουν το γεύμα σας, ενώ καλό θα είναι κάνετε μερικές ασκήσεις στο κάθισμά σας ή να περπατήσετε στο διάδρομο αν το ταξίδι διαρκεί πολλές ώρες. Αν ο προορισμό σας έχει διαφορά ώρας μεγαλύτερη από δύο ώρες μιλήστε με το γιατρό σας για προσαρμογή της δόσης της ινσουλίνης. Αν ταξιδεύετε με αυτοκίνητο καλό είναι να κάνετε συχνές στάσεις για περπάτημα και να έχετε μαζί σας κάποιο σνακ σε περίπτωση υπογλυκαιμίας. Αν είστε εσείς ο οδηγός σταματήστε με την πρώτη υποψία υπογλυκαιμίας και μην ξεκινήσετε αν δεν αισθάνεστε απολύτως καλά. Φτάνοντας στον προορισμό σας φυλάξτε τα φάρμακά σας σε σκιερό μέρος. Η ινσουλίνη που θα χρησιμοποιήσετε δεν χρειάζεται να μπει στο ψυγείο. Αντίθετα η επιπλέον ινσουλίνη και η γλυκαγόνη πρέπει να τοποθετούνται αμέσως στο ψυγείο. Αν όμως πρόκειται να ταξιδέψετε σε μέρη που δεν είναι σίγουρο ότι θα υπάρχει ψυγείο, όπως π.χ. σε κάμπινγκ, τότε μπορείτε να προμηθευτείτε από τα μεγάλα φαρμακεία ή τα μαγαζιά που πουλάνε βοηθήματα (ταινίες, μετρητές, σύριγγες, κ.λπ.) για όσους έχουν διαβήτη, ειδικά θερμός για την μεταφορά των φιαλιδίων της ινσουλίνης. Αποφεύγετε την έκθεση σας στο ήλιο, και να φοράτε πάντα καπέλο. Προτιμήστε τις πρωϊνές ή απογευματινές ώρες για κολύμπι, περπάτημα ή άσκηση. Πριν από οποιαδήποτε φυσική δραστηριότητα  μετρήστε το σάκχαρό σας και φάτε ένα σνακ. Μετά από 45 λεπτά έντονης σωματικής άσκησης μπορεί να χρειαστεί να πίειτε μισό ποτήρι χυμό προκειμένου να συνεχίσετε. Μετρήστε το σακχαρό σας τόσο κατά τη διάρκεια, όσο και στο τέλος της άσκησης. Όταν κάνει πολύ ζέστη και κάποιος ακολουθεί θεραπεία με ινσουλίνη, πρέπει να γνωρίζει ότι το σώμα αντιδρά αυξάνοντας τους παλμούς και τη ροή του αίματος, με αποτέλεσμα να αυξάνεται και η ταχύτητα απορρόφησης της ινσουλίνης. Εάν επιπλέον ο ασθενής με διαβήτη κινείται ή ασχολείται με κάποιο σπορ (κολύμπι, ρακέτες, κ.λπ.) τότε ο κίνδυνος υπογλυκαιμίας είναι μεγάλος. Θα πρέπει λοιπόν ή να μειώσει τη δόση της ινσουλίνης του ή να προβλέψει ένα επιπλέον κολατσιό και σίγουρα τακτικότερες (περίπου ανά 2 έως 4 ώρες όσο είναι στον ήλιο ή αθλείται) μετρήσεις του σακχάρου στο αίμα. Αντιθέτως, το κρύο μειώνει την απορρόφηση της ινσουλίνης (κίνδυνος υπεργλυκαιμίας). Μετρητές σακχάρου αίματος Κάποιοι ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη, διερωτώνται εάν επηρεάζονται ο μετρητής ή οι μετρήσεις του σακχάρου στο αίμα από την πολύ ζέστη ή το πολύ κρύο. Η απάντηση είναι ότι μπορεί να επηρεάζονται. Ακραίες θερμοκρασίες μπορούν να επηρεάσουν το μετρητή ή τις ταινίες σακχάρου. Κρατήστε λοιπόν το μετρητή σακχάρου και τις ταινίες σε μέρος σκιερό, με θερμοκρασίες όσο το δυνατόν φυσιολογικές (δωματίου), αλλά μην τα βάλετε στο ψυγείο (το πολύ κρύο τα επηρεάζει εξίσου), ούτε όμως να τα ξεχάσετε στον ήλιο, ακόμα και αν δεν κάνει πολύ ζέστη. Γνωρίζετε ότι ιδανική θερμοκρασία για μετρητές και ταινίες είναι από 18 έως 30Ο° C. Το καλοκαίρι η άμμος είναι καυτή, πολλές φορές μέσα στη θάλασσα υπάρχουν πέτρες πολύ αιχμηρές, ακόμα και στην παραλία βρίσκει δυστυχώς κανείς κομμάτια από γυαλιά ή άλλα αιχμηρά αντικείμενα. Για να αποφύγετε οποιοδήποτε τραυματισμό ή έγκαυμα πρέπει να μην περπατάτε ποτέ ξυπόλυτοι στην παραλία. Μη σκεφτείτε ότι «αν η άμμος είναι ζεστή θα το καταλάβω και θα φορέσω τα πέδιλά μου». Πολύ συχνά, μετά από μερικά χρόνια διαβήτη, τα πόδια χάνουν τη δυνατότητα να αισθάνονται το ζεστό ή το κρύο. Μπορεί λοιπόν να περπατάτε σε επιφάνεια καυτή και να μη νιώθετε το μέγεθος της ζέστης. Αργότερα δε να αντιληφθείτε ότι στο πέλμα του ποδιού έχει δημιουργηθεί φουσκάλα από έγκαυμα. Όλα αυτά μπορούν να αποφευχθούν αν προσέξετε και δεν περπατάτε ποτέ ξυπόλητοι!!! Μετά το κολύμπι ξεβγάλτε τα πόδια σας με νερό βρύσης και βάλτε μια ενυδατική κρέμα. Αποφεύγετε να τα εκθέσετε άμεσα στον ήλιο. Πάρτε μαζί σας 2 ζευγάρια άνετα παπούτσια και αρκετές κάλτσες. Εξετάζετε πάντα τα πόδια σας για αμυχές, κάλους, αιματώματα ή αλλαγές χρώματος. Προτιμήστε μικρά, ελαφρά και

Ο διαβήτης κύησης, η συχνότερη (90%) επιπλοκή της εγκυμοσύνης

Η εμφάνιση ΣΔ σε γυναίκες κατά τη διάρκεια της κύησης, υπό την προϋπόθεση ότι κατά την έναρξη της κύησης δεν διαγιγνώσκεται η ύπαρξη επίσημου προϋπάρχοντα ΣΔ, αναφέρεται ως Σακχαρώδης Διαβήτης της Κύησης (ΣΔΚ). Ως ΣΔΚ ορίζεται ή διαταραχή του μεταβολισμού των υδατανθράκων που διαπιστώνεται για πρώτη φορά στο β΄ ή στο γ΄ τρίμηνο της κύησης, υπό την προϋπόθεση ότι κατά την έναρξη της κύησης δεν διαγιγνώσκεται η ύπαρξη επίσημου προϋπάρχοντα ΣΔτ2 (γλυκόζη νηστείας >126 mg/dL) ή ΣΔτ1. Η συχνότητα του ΣΔΚ κυμαίνεται από 5-18% ανάλογα με τον πληθυσμό αναφοράς Διάγνωση του ΣΔΚ Κατά την αρχική επίσκεψη κάθε εγκύου μέτρηση γλυκόζης νηστείας. ◦   Αν διαπιστωθεί επίσημος ΣΔ, δηλαδή γλυκόζη >126 mg/dL, αντιμετώπιση ως επί προϋπάρχοντος ΣΔ μετά από επιβεβαίωση του παθολογικού αποτελέσματος. ◦   Αν η γλυκόζη είναι ≥92 mg/dL, αλλά <126 mg/dL, γίνεται αντιμετώπιση ως επί ΣΔΚ ◦   Αν γλυκόζη είναι <92 mg/dL, προγραμματίζεται διενέργεια δοκιμασίας φόρτισης με γλυκόζη μεταξύ 24ης και 28ης εβδομάδος της κύησης σε όλες τις εγκύους. Δοκιμασία φόρτισης με γλυκόζη στις εγκύους και διαγνωστικά κριτήρια. ◦   Λήψη 75 g γλυκόζης από του στόματος ◦   Μέτρηση γλυκόζης πλάσματος προ και 60 και 120 λεπτά μετά τη λήψη της γλυκόζης ◦   Όταν έστω και μία τιμή είναι ίση ή μεγαλύτερη από τα κατωτέρω αναφερόμενα όρια διαγιγνώσκεται ΣΔΚ Γλυκόζη νηστείας        92 mg/dL Γλυκόζη 60΄                 180 mg/dL Γλυκόζη 120΄               153 mg/dL ◦   Η δοκιμασία πρέπει να γίνεται το πρωί, μετά από τουλάχιστον 8ωρη νηστεία ◦   Η εξεταζόμενη πρέπει τουλάχιστον κατά τις 3 προηγούμενες ημέρες να μην υποβάλλεται σε διαιτητικό περιορισμό όσον αφορά τους υδατάνθρακες (λήψη >150 g/ημέρα) και να μην περιορίζει τη φυσική της δραστηριότητα. ◦   Σε πολλές οδηγίες άλλων οργανισμών (της Αμερικανικής Διαβητολογικής Εταιρείας συμπεριλαμβανομένης) αναφέρονται ως ισότιμη μέθοδος διάγνωσης (η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναλλακτικά) η διάγνωση 2 βημάτων: Στο πρώτο βήμα χορηγείται γλυκόζη 50 γρ και μετριέται η γλυκόζη πλάσματος στη 1 ώρα. Αν η τιμή είναι >130 mg/dL (χρησιμοποιούνται και οι τιμές 135 ή 140 σε διάφορα κέντρα) γίνεται σε επόμενη μέρα φόρτιση με 100 γρ γλυκόζης και η λήψη 4 δειγμάτων: Στη νηστεία και ανά ώρα για 3 ώρες.      Η διάγνωση γίνεται αν δύο τιμές είναι μεγαλύτερες από τα πιο κάτω όρια: Γλυκόζη νηστείας        95 mg/dL Γλυκόζη 60΄                 180 mg/dL Γλυκόζη 120΄               155 mg/dL Γλυκόζη 180΄               140 mg/Dl Θεραπευτική αντιμετώπιση του ΣΔΚ Στόχοι γλυκαιμικού ελέγχου Γλυκόζη νηστείας και προγευματική 70-95 mg/dL Γλυκόζη 1 ώρα μετά το γεύμα 90-130 mg/dL Γλυκόζη 2 ώρες μετά το γεύμα 80-120 mg/dL. Παρακολούθηση γυναικών με ΣΔΚ Συνιστάται η παρακολούθηση της εγκύου ανά 2 εβδομάδες. Η συχνότητα της παρακολούθησης μπορεί να τροποποιείται ανάλογα με τις ανάγκες της ρύθμισης Συνιστάται αυτοέλεγχος της γλυκόζης που πρέπει να γίνεται από 4 φορές (γλυκόζη νηστείας και τρεις μεταγευματικές) έως 6 φορές ημερησίως (πριν και μία ώρα μετά τα γεύματα).